Ο Νοέμβριος του 1916 υπήρξε μια περίοδος σκοτεινή και δυσοίωνη για τη χώρα μας, καθώς ο διαβόητος Εθνικός Διχασμός ήταν πλέον μια συντελεσμένη πραγματικότητα.

Στις 18 Νοεμβρίου/1η Δεκεμβρίου 1916, και με την Ελλάδα κυριολεκτικώς και μεταφορικώς διχασμένη από το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους (επίσημη κυβέρνηση Αθηνών υπό τον έλεγχο του βασιλιά Κωνσταντίνου και κυβέρνηση Θεσσαλονίκης υπό τον Ελευθέριο Βενιζέλο), έλαβαν χώρα βίαιες συγκρούσεις στην Αθήνα και δευτερευόντως στην επαρχία.

Οι συγκρούσεις αυτές, στις οποίες ενεπλάκησαν και για τις οποίες είχαν το δικό τους μερίδιο ευθύνης βενιζελικοί, αντιβενιζελικοί και ασφαλώς οι Σύμμαχοι, κατεγράφησαν στην ελληνική ιστοριογραφία ως Νοεμβριανά (θυμίζουμε ότι στην Ελλάδα εκείνης της εποχής ήταν ακόμη σε χρήση το Ιουλιανό ημερολόγιο).

Οι εχθροπραξίες μεταξύ βασιλοφρόνων και βενιζελικών ήταν τέτοιας έντασης και τέτοιας κλίμακας, που ο γάλλος ναύαρχος Louis Dartige du Fournet, επικεφαλής των Συμμαχικών δυνάμεων που βρίσκονταν στην Ελλάδα και ενεπλάκησαν σε αυτές, έγραψε στα απομνημονεύματά του ότι τα στρατεύματά του είχαν εμπλακεί σε μια εμφύλια σύρραξη.

Το ζοφερό κλίμα των Νοεμβριανών και της περιόδου του Εθνικού Διχασμού αποτυπώνεται εύγλωττα στα ακόλουθα κείμενα:

Μια μέρα θα το γράψει η ιστορία

που έδιωξ’ από την Αθήνα τα θηρία

που έδιωξε βασιλείς και βουλευτάδες

τους ψευταράδες και τους μασκαράδες

Και στην Άμυνα εκεί όλοι αξιωματικοί

πολεμάει και ο Βενιζέλος

που αυτός θα φέρει τέλος

και ο κάθε πατριώτης θα μας φέρουν την ισότης

Η Παναγιά που στέκει στο πλευρό μας

δείχνει το δρόμο στο νέο στρατηγό μας

τον ήρωα της Εθνικής Αμύνης

που πολεμάει και διώχνει τους εχθρούς

Της Αμύνης τα παιδιά διώξανε το βασιλιά

και του δώσαν τα πανιά του

για να πάει στη δουλειά του

τον περίδρομο να τρώει με το ξένο του το σόι

Έλα να δεις σπαθιά και γιαταγάνια

που βγάζουν φλόγες και φτάνουν στα ουράνια

εκεί ψηλά, ψηλά στα σύνορά μας

τρέχει ποτάμι το αίμα του εχθρού

Παραδοσιακό (διασκευή Σταύρου Ξαρχάκου, από το δίσκο «Ρεμπέτικο»)

Η κυβέρνηση της Εθνικής Άμυνας στη Θεσσαλονίκη τον Οκτώβριο του 1916

(Αθήνα, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο)

Το ποτήριον των πικριών, των εξευτελισμών και των ταπεινώσεων υπερπληρώθη. Μία πολιτική, της οποίας δεν θέλομεν να εξετάσωμεν τα ελατήρια, απειργάσθη εις διάστημα ενός και ημίσεος έτους τοιαύτας εθνικάς συμφοράς, ώστε ο συγκρίνων την Ελλάδα τής σήμερον προς την προ ενός και ημίσεος έτους Ελλάδα να αμφιβάλλη αν πρόκειται περί ενός και του αυτού κράτους. Το Στέμμα, εισακούσαν εις εισηγήσεις κακών συμβούλων, επεδίωξε την εφαρμογήν προσωπικής πολιτικής, διά της οποίας η Ελλάς, απομακρυνθείσα τών κατά παράδοσιν φίλων της, επεζήτησε να προσεγγίση τους κληρονομικούς εχθρούς της. Ποία δε τα αποτελέσματα της πολιτικής ταύτης, διά τα οποία θρηνεί σήμερον το Έθνος; Εσωτερικώς διατελούμεν εν συνταγματικώ εκτροχιασμώ και αποσυνθέσει, εξωτερικώς δε εν μονώσει και καταφρονήσει. Κύκλω ημών ανυποληψία και χλευασμός, εν μέσω ημών ακυβερνησία και αναρχία… Ο νικητής ελληνικός στρατός του 1912-1913 φεύγει άμαχος εγκαταλείπων τας υπό του ιδίου απελευθερωθείσας προ τριετίας χώρας. Δια τούτο, αναλαμβάνοντες κατά καθήκον αλλά και μετ’ ενθουσιασμού την ανατεθείσαν εις ημάς λαϊκήν εντολήν, κάμνομεν έκκλησιν προς το Πανελλήνιον, ζητούντες να συνδράμη ημάς εις το έργον, όπερ αναλαμβάνομεν. Αφού το κράτος προέδωκε τα καθήκοντά του, υπολείπεται εις το Έθνος να επιχειρήση, όπως επιτύχη το έργον, όπερ επεβάλλετο εις το κράτος. Επικαλούμεθα την συνδρομήν πάσης εθνικής δυνάμεως, η οποία συναισθάνεται ότι περαιτέρω ανοχή των καταστροφών και ταπεινώσεων, ας προεκάλεσεν η εφαρμοσθείσα πολιτική, θα ισοδυναμεί με θάνατον εθνικόν. Και ορμώμεν εις τον αγώνα τούτον με την πλήρη πεποίθησιν ότι το Έθνος, καλούμενον εν απουσία του κράτους εις εθνικόν συναγερμόν, θα επιτελέση και πάλιν το θαύμα εκείνο, το οποίον είναι αναγκαίον όπως επαναφερθή το Έθνος εις την τροχιάν από της οποίας εξέκλινεν από ενός και ημίσεος έτους.

Ελευθέριος Βενιζέλος – Παύλος Κουντουριώτης

Προκήρυξη δημοσιευθείσα στο υπ’ αριθμόν 1 φύλλο της «Εφημερίδος της Προσωρινής Κυβερνήσεως», που εκδόθηκε στα Χανιά

Ημείς, οι υπογεγραμμένοι Μητροπολίται, εντολήν ελάβομεν παρά χιλιάδων εφέδρων και πολιτών να αναγνώσωμεν βαρύτατον αφορισμόν κατά του ενόχου ΕΣΧΑΤΗΣ ΠΡΟΔΟΣΙΑΣ Ελ. Βενιζέλου, του προδώσαντος το έθνος μας εις τους Αγγλογάλλους του, ατίμως συνεννοηθέντος μετ’ αυτών ίνα στείλωσι την προχθεσινήν νόταν εις την Ελλάδα, μόνον και μόνον διά να πικρανθεί ο λατρευτός μας Βασιλεύς και εκβιασθή όπως καλέση επί την αρχήν τον ΠΟΥΛΗΜΕΝΟΝ ΣΕΝΕΓΑΛΕΖΟΝ ΤΡΑΓΟΝ ΒΕΝΙΖΕΛΟΝ, τον ηθικόν αυτουργόν της πυρπολήσεως του Τατοΐου, τον ηθικόν αυτουργόν των βασάνων ας υπέστησαν oι ανδραγαθήσαντες αξιωματικοί μας εις χείρας του ανάνδρου Σαράιγ. Και αυτού όθεν του ΠΡΟΔΟΤΟΥ Βενιζέλου ανεγνώσαμεν αφορισμόν όπως ενσκήψωσι:

•Τα εξανθήματα του Ιώβ

•Το κήτος του Ιωνά

•Η λέπρα του Ιεχωβά

Το ανάθεμα κατά του Βενιζέλου

Τα Νοεμβριανά μέσα από τη δημοσιογραφική ματιά του κυπρίου Χρ. Χουρμούζιου:

Η Εντολοδόχος Επιτροπή του Πανελληνίου Συνδέσμου των Συντεχνιών κάλεσε τον ελληνικό λαό στο Πεδίο του Άρεως για να συμμετάσχει στον τελετουργικό αναθεματισμό του Βενιζέλου. Στην τελετή ο μητροπολίτης Αθηνών, περιστοιχισμένος από την Ιερά Σύνοδο, έριξε τον πρώτο λίθο λέγοντας: «Κατά Ελευθερίου Βενιζέλου συλλαμβάνοντος Αρχιερείς και επιβουλευομένου Βασιλείαν και Πατρίδα ανάθεμα έστω».

Χρ. Σ. Χουρμούζιος, «Τα κατά την 18ην και 19ην Νοεμβρίου 1916 και επέκεινα», Εκ των Τυπογραφείων της «Εσπερίας», Λονδίνο 1919, σ. 195

Τα καταστήματα εκλείσθησαν, αι οδοί ηρημώθησαν, η συγκοινωνία ενεκρώθη. Ο Βενιζελικός κόσμος ευρίσκετο υπό το κράτος εύλογου τρόμου […] δεν ήργησαν να σημειωθούν και αιματηρά επεισόδια [..] Η νυξ της αιματηράς ημέρας διήλθε ζοφερά και βαρεία και πλήρης αγωνίας δι’ ολόκληρον τον φιλήσυχον πληθυσμόν της πόλεως. Ήδη από των πρώτων εσπερινών ωρών πάσα κυκλοφορία ανά τας οδούς είχε διακοπεί. Η κίνησις των τραμ ανεκόπη επίσης, διαταγή δε της Κυβερνήσεως δεν ανήφθησαν και οι δημοτικοί φανοί.

Χρ. Σ. Χουρμούζιος, «Τα κατά την 18ην και 19ην Νοεμβρίου 1916 και επέκεινα», Εκ των Τυπογραφείων της «Εσπερίας», Λονδίνο 1919, σ. 94 (περιγραφή της πρώτης ημέρας των Νοεμβριανών)

Μεθ’ εκάστην έκρηξιν πυροβολισμών των επιστράτων περίπολοι σπεύδουσαι αποκλείουν την καθ’ ης η απόπειρα οικίαν ή κατάστημα και συλλαμβάνουν μεθ’ ύβρεων και δεινών προπηλακισμών και κακοποιήσεων τους εντρόμους Βενιζελικούς ενοίκους, οίτινες δέσμιοι ή συρόμενοι εν μέσω λογχών οδηγούνται εις το Φρουραρχείον υπό το στίγμα ομοιομόρφου άπαντες κατηγορίας, συνωμοσίας κατά του καθεστώτος και εσχάτης προδοσίας … Και είνε χαρακτηριστικόν το επεισόδιον το οποίον αφηγείται η Εσπερινή περί ενός εκ των συλληφθέντων τούτων, όστις απαγόμενος υπό της περιπόλου και εκσυριττόμενος υπό του πλήθους διεμαρτύρετο προς το πλήθος, του οποίου εζήτει να κινήσει την συμπάθειαν, ότι «αυτός δεν ήτο Βενιζελικός, αλλά μόνο κλέπτης»!

Χρ. Σ. Χουρμούζιος, «Τα κατά την 18ην και 19ην Νοεμβρίου 1916 και επέκεινα», Εκ των Τυπογραφείων της «Εσπερίας», Λονδίνο 1919, σ. 99 (περιγραφή των διώξεων που υπέστησαν οι βενιζελικοί κατά τα Νοεμβριανά)

Παντού όπου εισήρχοντο οι άτακτοι και οι άλλοι οπλοφόροι της Κυβερνήσεως, η εισβολή των χρησιμοποιείται προς διαρπαγήν και λαφυραγωγίαν. Οι συλλαμβανόμενοι θεωρούνται ως προγεγραμμένοι, των οποίων η ζωή εξαρτάται πράγματι μόνον εκ της καλής θελήσεως των αιχμαλωτιστών των. Η περιουσία των θεωρείται ως περιουσία καταδίκων επιθανατίων, την οποίαν δύνανται να διαθέσουν κατά βούλησιν οι «τίμιοι» άνθρωποι, οι αναλαβόντες το καθήκον να μολύνουν τα όπλα των εις το αίμα των «προδοτών».

Χρ. Σ. Χουρμούζιος, «Τα κατά την 18ην και 19ην Νοεμβρίου 1916 και επέκεινα», Εκ των Τυπογραφείων της «Εσπερίας», Λονδίνο 1919, σ. 115 (περιγραφή των διώξεων που υπέστησαν οι βενιζελικοί κατά τα Νοεμβριανά)

Διαβιβαστικό τηλεγραφήματος του Χουρμούζιου προς τον Ελ. Βενιζέλο

(Ιούνιος 1926, πηγή: venizelosarchives.gr)

Τέλος, δύο λογοτεχνικές μαρτυρίες για τα Νοεμβριανά, η μια του Κώστα Παρορίτη (φιλολογικό ψευδώνυμο του Λεωνίδα Σουρέα) και η άλλη του Αντώνη Τραυλαντώνη (Αντώνη Χρυσικόπουλου):

Όταν ένας φοιτητής επισημαίνει ότι η τιμή της πατρίδας τού επιβάλλει να αντισταθεί στους Γάλλους την παραμονή των Νοεμβριανών, ο ξυλουργός Λείψανος τού απαντά:

«Άλλη είναι η πατρίδα η δική σου κι άλλη η πατρίδα του πλούσιου. Αυτό είναι το σωστό, φτάνει μόνο να το σκεφτείς και μοναχός σου. (…) Λοιπόν, απόχτησε πρώτα πατρίδα δική σου κι ύστερα βλέπουμε για την τιμή της».

Κώστας Παρορίτης, «Ο Κόκκινος Τράγος», 1924

Ένας νέος δικαστικός, που φθάνει στην Αθήνα στις αρχές του 1917 επιδιώκοντας προαγωγή, αφηγείται τα ακόλουθα:

Ήταν Γενάρης του 1917, δύο μήνες σχεδόν ύστερ΄ από κείνα τα τρομερά Νοεμβριανά.

Ο κόσμος όλος άνω-κάτω. Το κράτος μας βρίσκονταν σε διάλυση. Το μισό είχε υποδουλωθεί από τους Αντάντηδες, το άλλο μισό αλληλοτρώγονταν και μέρα με την ημέρα κολοβώνονταν περισσότερο.

Ο Φουρνιέ, ο Γκυγεμέν, ο Ροκφέιγ, ο Έλλιοτ, ο Μποσδάρι, οι Σενεγαλέζοι, κυριαρχούσαν στη ζωή και στην ψυχή όλων.

Λίγο πριν, είχε γίνει το ανάθεμα του Βενιζέλου, και ίσως να βρίσκονταν ακόμα στην κορυφή του σωρού το αιματωμένο κεφάλι του αποκεφαλισμένου ταύρου, που είχαν στήσει εκεί για να συμβολίζει την καρατόμηση.

Ο αποκλεισμός εστένευε, και από το Κερατσίνι στέλνονταν ή περιμένονταν κάθε στιγμή τα τρομερά τελεσίγραφα.

Η πείνα δεν είχε ακόμα πάρει την απελπιστική έκταση και ένταση που πήρε αργότερα, το ψωμί όμως ήταν μαύρο, ανακατωμένο με κριθάρι (το χαρουπόψωμο βγήκε αργότερα), κι ο φωτισμός είχε ελαττωθεί τόσο, ώστε από τις δέκα το βράδυ και η Ομόνοια ακόμα ήταν κατασκότεινη.

Αντώνης Κ. Τραυλαντώνης, «Λεηλασία μιας ζωής», εκδ. Νέα Εστία, 1935

*Στην κεντρική φωτογραφία απεικονίζεται πρωτοσέλιδο της εφημερίδας New York Times: Mid-week pictorial (Σεπτέμβριος 1916) με τον τίτλο «Η Ελλάδα δεν είναι πια ουδέτερη» (πηγή: «Στα χρόνια του Βενιζέλου…», Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος» – ΥΠ.Π.Δ.Β.Μ.Θ., Χανιά – Αθήνα 2010, σ. 45).

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο